Μικροπανίδα

Η μικροπανίδα στη Νεολιθική Αυγή

Η μικροπανίδα, που απαρτίζεται από τρωκτικά, εντομοφάγα, νυχτερίδες, σκαντζόχοιρους, μικρά αμφίβια και μικρά ερπετά, παρέχει πληροφορίες για την ανασύνθεση του κλίματος, του περιβάλλοντος και της βλάστησης γύρω από κάθε προϊστορική θέση, είτε πρόκειται για σπήλαιο είτε για εκτεταμένο οικισμό (Mitchell-Jones 1999). Τα ζώα αυτά δεν αποτελούν αντικείμενο κυνηγιού, εκτροφής ή συντροφιάς στους ανθρώπους, όμως είναι πολύτιμοι δείκτες των τύπων της βλάστησης, της υγρασίας, περιοχών με έλη ή τρεχούμενα νερά. Καθένα από αυτά φωλιάζει σε διαφορετικό μικροπεριβάλλον, οπότε δεν μπορούμε λ.χ. να αναμένουμε έναν αλπικό ποντικό σε παραθαλάσσια περιοχή ή έναν δασομυωξό σε περιοχή με ελιές και αμπέλια (Ondrias 1966). Επειδή συνήθως τα ζώα αυτά ερμηνεύονται ως σύνολο, βοηθούν τους αρχαιολόγους να κατανοήσουν τη μορφή του περιβάλλοντος στο παρελθόν, καθώς αυτή έχει αλλοιωθεί από τις σύγχρονες αγροτοκτηνοτροφικές ή πολεοδομικές παρεμβάσεις (Stahl 1996).

Η μικροπανίδα ανιχνεύεται τόσο σε θέσεις γεωλογικής σημασίας (λιμναίες αποθέσεις, σχισμές βράχων, λάκκοι, σπηλαία ιζήματα) όσο και σε θέσεις ανθρώπινης δραστηριότητας ή/και κατοίκησης (σπήλαια με ανθρώπινα ίχνη, οικισμοί, λάκκοι, πηγάδια) (Andrews 1990). Και ακριβώς επειδή δεν έχει οικονομική ή συναισθηματική σημασία για τον προϊστορικό άνθρωπο, ο τελευταίος σπανίως ή ποτέ δεν εμπλέκεται στους παράγοντες απόθεσης τέτοιων πλασμάτων μέσα στα ιζήματα μιας ανασκαφής. Οι παράγοντες αυτοί είναι η δράση του νερού, του αέρα, της φυσικής διάβρωσης του εδάφους, ο φυσικός θάνατος των ζώων μέσα στα λαγούμια όπου ζουν και η δράση αρπακτικών πτηνών ή μικρών σαρκοβόρων θηλαστικών σε έρημα ή απομονωμένα μέρη (Andrews 1990). Πτηνά, όπως οι κουκουβάγιες και κάποια είδη γερακιών, και θηλαστικά, όπως οι νυφίτσες και οι αλεπούδες, καταπίνουν ολόκληρη τη λεία τους και κατόπιν εξεμούν ή παράγουν στα κόπρανά τους ένα σφαιρίδιο (έμεσμα) που περιέχει γούνα, δέρμα και οστά. Στα οστά αυτά είναι κάποιες φορές εμφανή τα ίχνη από την πεπτική διαδικασία (Andrews 1990). Επιπλέον, η ανίχνευση όλων αυτών των μηχανισμών της ταφονομίας βοηθά στην κατανόηση της διαμόρφωσης της στρωματογραφίας μιας θέσης, όπως και στην ερμηνεία τυχόν επιμέρους αρχαιολογικών συνόλων εντός αυτής.

Η μικροπανίδα στη Νεολιθική Αυγή αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του πολύπλευρου προγράμματος μελέτης βιοαρχαιολογικών καταλοίπων. Η μέθοδος που χρησιμοποιούμε για να ανασύρουμε από τις επιχώσεις κατάλοιπα μικροπανίδας είναι η επίπλευση (water flotation). Η τακτική δειγματοληψίας για μικροπανίδα είναι η ίδια που αφορά και στα παλαιοβοτανικά κατάλοιπα. Ο στόχος μας είναι τριπλός: 1) η ανίχνευση του εύρους των μικρών ζώων που διαβιούσαν γύρω από τη θέση και η χρησιμότητά τους ως προς την ανασύνθεση του περιβάλλοντος, 2) η μελέτη της ταφονομίας τους και πώς αυτή εντάσσεται και συμπληρώνει τη γενικότερη γεωλογική-στρωματογραφική ερμηνεία της Αυγής, και 3) η εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με τη συνύπαρξη ανθρώπων και τρωκτικών στον ίδιο χώρο κατά τη Νεολιθική Εποχή και κατά πόσο αυτή μπορεί να ερμηνευθεί ως τυχαία συνύπαρξη ή ως σταθερή σχέση ανθρώπου-παρασίτων. Η μέθοδος καταγραφής – μελέτης της μικροπανίδας πραγματοποιείται με χρήση στερεομικροσκοπίου, ψηφιακής φωτογραφικής μηχανής και ειδικής συγκριτικής συλλογής αναφοράς ειδών μικρού μεγέθους από όλες τις κατηγορίες που προαναφέρθηκαν. Οι Ανασκαφές Αυγής πρόσφατα εξοπλίστηκαν με τελευταίας τεχνολογίας στερεομικροσκόπιο και ψηφιακή φωτογραφική μηχανή. Η γράφουσα εργάζεται ήδη για τη δημιουργία συγκριτικής συλλογής αναφοράς θηλαστικών στο Εργαστήριο Ανασκαφών Αυγής, κάτι που λείπει από πολλές ανασκαφές στην Ελλάδα και υποχρεώνει τους ειδικούς να ταξιδεύουν σε ανάλογες συλλογές του εξωτερικού.

Η παρουσία μικροπανίδας σε προϊστορικούς οικισμούς είναι τεκμηριωμένη σε νεολιθικές ανασκαφές, π.χ. Çatal Höyük-Τουρκία (Jenkins 2003), Netiv Hagdud-Ιορδανία (Tchernov 1994) κι ερμηνεύεται ως παρουσία οικιακών ποντικών - παρασίτων αλλά και άλλων άγριων τρωκτικών, ερπετών κι αμφιβίων, τα οποία προσδιορίζουν αλλαγές κλίματος και βλάστησης γύρω από αυτές τις θέσεις με το πέρασμα των αιώνων. Η πρόθεσή μας είναι να εξετάσουμε, αν μία παρόμοια προσέγγιση είναι εφικτή στη Νεολιθική Αυγή και τι δεδομένα θα μας δώσει. Τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα από τη διαλογή ξηρού υπολοίπου μετρώνται σε αρκετές δεκάδες δείγματα μικροπανίδας, της οποίας η συστηματική καταγραφή θα δώσει βασικά στοιχεία για την παλαιοπεριβαλλοντική ανασύνθεση και θα φωτίσει τη χρήση συγκεκριμένων χώρων: για παράδειγμα είναι γνωστό ότι τα οικιακά ποντίκια συχνάζουν σε χώρους αποθήκευσης φυτικής παραγωγής αλλά και εν γένει σε χώρους ανθρώπινης δραστηριότητας, καθώς σε αυτούς, εκτός από την εύκολη πρόσβαση σε μεγάλες ποσότητες τροφής, βρίσκουν ζεστασιά και καταφύγιο από τα αρπακτικά πτηνά ή θηλαστικά (Mitchell-Jones 1999). Θέλουμε να δούμε από τι είδους συγκείμενα (context) ανασύρονται περισσότερα οστά μικροπανίδας, γι’ αυτό εξετάζουμε εστίες, λάκκους, τάφρους και φυσικά απλή επίχωση. Επιπλέον, η ερμηνεία της παρουσίας τυχόν οστών ως αποτέλεσμα δράσης αρπακτικών πτηνών θα μας δείξει, εάν ένας χώρος ήταν ακάλυπτος ή εγκαταλειμμένος.

Σε ένα από τα δείγματα μικροπανίδας που ανασύρθηκε από το Κτίριο 1 στον Ανατολικό Τομέα των Ανασκαφών Αυγής εντοπίστηκε ένας καμένος σκελετός από ένα ποντίκι του γένους Mus sp., το οποίο πιθανότατα να ανήκει στο είδος Μ. musculus domesticus, δηλαδή το οικιακό ποντίκι. Το ιδιαίτερο της περίπτωσης δεν είναι το είδος, το οποίο είναι αναμενόμενο για έναν οικισμό, αλλά αφενός το γεγονός ότι ανασύρθηκαν πολλά από τα βασικά οστά του σκελετού, πρόκειται δηλαδή για ολόκληρο ζώο, και αφετέρου το συγκείμενο στο οποίο βρέθηκε: το δείγμα της επίχωσης που μελετήθηκε περιείχε πολλούς απανθρακωμένους σπόρους σιτηρών και προερχόταν -σύμφωνα με τους ανασκαφείς- από χώρο οικίας με στοιχεία αποθήκευσης. Το ζώο αυτό μας δίνει μία φευγαλέα εικόνα της καθημερινής κατάστασης των νεολιθικών σπιτιών της Αυγής και των χώρων αποθήκευσης των αγροτικών προϊόντων. Επίσης, τεκμηριώνεται η παρουσία παρασιτικών τρωκτικών σε προϊστορικά χωριά των Νοτίων Βαλκανίων ήδη από τη το τέλος της Μέσης Νεολιθικής – αρχές της Ύστερης Νεολιθικής.

Κλείνοντας, υπενθυμίζουμε ότι ο συνδυασμός γνώσεων από διαφορετικές ειδικότητες μελετητών (ζωοαρχαιολόγων και μη) είναι το κλειδί για την κατανόηση των πτυχών της νεολιθικής οικονομίας και καθημερινότητας καθώς και της αλληλεπίδρασης της προϊστορικής κοινωνίας με το περιβάλλον. Η ύπαρξη πολλών μοντέρνων τεχνολογιών και μεθόδων αποδεικνύει ότι η ζωή στη Νεολιθική Εποχή είναι πιο σύνθετη από ότι πιστεύαμε παλαιότερα και ότι θα συνεχίσει να μας εκπλήσσει ευχάριστα στο μέλλον.

 

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

Αndrews, P. 1990. Owls, Caves and Fossils, Chicago.

Jenkins, E. L. 2003. Environmental reconstruction, the use of space, and the effect of sedentism on microfaunal communities: Case studies from Pinarbaşi and Çatalhöyük. Unpublished PhD thesis, DPT of Archaeology, Cambridge University.

Mitchell-Jones, A. J. et.al. 1999. The Atlas of European Mammals, London.

Ondrias, J. 1966. The taxononmy and geographical distribution of the rodents of Greece, Saügetierkundliche Mitteilungen 14, 1-136.

Stahl, P. W. 1996. The Recovery and Interpretation of Microvertebrate Bone Assemblages from Archaeological Contexts, Journal of Archaeological Method and Theory, Vol.3, No.1, 31-75.

Tchernov, E. 1994. An Early Neolithic Village in the Jordan Valley, Part II: The Fauna of Netiv Hagdud, American School of Prehistoric Research Bulletin 44, Peabody Museum of Archaeology and Ethnology, Harvard University, Cambridge, M.A. 

1. www.texasbeyondhistory.netst-plainsimagesFig5-ap5.html
2. www.msnucleus.org

 

Αθήνα, Οκτώβριος 2008
Κατερίνα Παπαγιάννη